Δευτέρα 4 Απριλίου 2011

Ο Δράκος ο γαλάζιος

Της Ανατολίας ήρθανε οι μάγοι
επιστήμονες τρανοί και σεβαστοί
Μας είδανε ντυμένους με δέρματα σταχτί
και είπανε πως πορφυρούς φορούμε
βελούδινους μανδύες, ό,τι ακριβό στη Γη

Κι εμείς τη Γη ολάκερη που δεν γνωρίσαμε
πιστέψαμε τη γνώμη τους αυτή

Της Δύσης ήρθανε οι Βάρβαροι
αυτοί π’ αντέξανε την διαδρομή
Μας είδανε τα άστρα που κοιτάζαμε
και είπανε πως λάθος είναι ‘τούτη
η πυξίδα για τη Γη, χαμένη η διαδρομή

Κι εμείς που πέρα από το εδώ, δεν πήγαμε
πιστέψαμε τη γνώμη τους αυτή

Το πορφυρό το κρύσταλλο που έπεσε
από τα ουράνια στον κάτω κόσμο,
Στο δρόμο έσταξε και έσπασε
διαπράττοντας τον μέγιστο το φόνο:
Κόκκινο ποτάμι, λένε, έγινε βαθύ
που κύλησε και πότισε, την ξεραμένη γη


Του Νότου ήρθανε μύριοι πιστοί
με γύμνια, μυρωδιές και χρώματα
Μας είδανε να ρίχνουμε αλάτι στο ψωμί
«Σπατάλη» βροντόφωνα μας φώναξαν
πως ήταν ύψιστη ετούτη η ντροπή

Κι εμείς που τι είναι σύνεση, δεν ξέραμε
πιστέψαμε τη γνώμη τους κι αυτή

Του Βορά ήρθανε μετά, οι ναυτικοί
που θάλασσες οργώνανε και ‘παιρναν τιμαλφή
Μας είδανε που είχαμε μίαν αλλιώτικη ζωή
και είπανε πως τίποτα δεν ξέρουμε
πως ράτσα είμαστε που θα εξαφανιστεί

Κι εμείς που μόνο δέος για τα ξένα ξέραμε
πιστέψαμε τη γνώμη τους αυτή

Θαλασσινό αλάτι βρήκε, μάζεψε
ανάλγητη πίστη σ' αδειανή αλυκή
Ο Δράκος που τα λέπια του έσπασε
γαλάζιο κι άσπρο έριξε στη γη
Ήτανε ακόμη, η πλάση αδειανή
και πάλι είπανε, πως χώρο έπιανε πολύ...




29/01/2007

Γαλάζια θρύψαλα…

Γρηγοριανοί οι ύμνοι που στο δωμάτιο ζέσταναν
-το μαύρο ράσο τους, το καίνε…-
Κατάδυση ζητά μία ανύψωση, τα σήμαντρα και πάλι κλαίνε…

Ριγούνε τα βιτρό, μπορντό φοράνε χρώμα
Kαι τα γαλάζια τμήματα,
κομμάτια-θρύψαλα, στη Μοίρα παραμύθια λένε.

Για τις ψηφίδες ιστορούν όπου το δάπεδο στολίζουν
Πόσα παπούτσια το πατούν, πόσα τα χέρια που τ’ αγγίζουν…
Πόσα τα σχήματα, τα χρώματα και πόσοι ψηλαφίζουν
ψηφίδες μα και διάκενα, τη γη, ποια δάκρυα ποτίζουν…

Οι ύμνοι ψέλνουν κι ας εσίγησαν και το δωμάτιο ζεσταίνουν...
Το γέμισαν γλυκά με ένταση
το έβαψαν ως τις γωνίες των χορωδών οι θείες ψαλμωδίες...



03/02/2007

Φλοκάτες ρόδινες

Φλοκάτες ρόδινες, πέταλα λευκά,
διάφανα τα πέλματα, ζυγός ο αριθμός...
Η κατεύθυνση αόριστη, η ανάσα παγωμένη,
τα άστρα στη θέση τους: «καρφιά...»
Χμ... από μια φλόγα ξεκίνησε το σύμπαν;;;
Θα μπορούσα να το πιστέψω...

Κορμί γυμνό, διάφανο στου ήλιου το φως…
το σχήμα του να δείξει στο κόκκινο τυλίγεται
εκείνο της φλοκάτης… Σκιές υπέροχες,
πανέμορφες γραμμώσεις… το ατελές σε πλήρη
ανάδειξη της αμορφίας του, η ομορφιά…
Η ομορφιά σε έκσταση, η ανίχνευση σε ένταση,
η φύση πρωτόγονη…. Δέκα βιολιά μαζί, φτιάχνουν
θόρυβο ή μουσική… το ένα κλαίει… ή υμνεί.

Φλοκάτες ρόδινες, πέταλα λευκά,
διάφανα τα πέλματα, αμυδρός παλμός…
Η κατεύθυνση συνεπής, η φλόγα φλέγεται,
τα άστρα στη θέση τους: «καρφιά…»
Χμ…. σε μια εντροπία τείνει το σύμπαν;;;
Θα μπορούσα να το πιστέψω…




15/02/2007

Δεν είναι

Δεν είναι που πονάει η μοναξιά
τι κι αν πληγώνουν οι ανθρώποι
μες το σάπιο μας, εκείνο, τελικά
βρήκα ποιός αγάπη, δίνει, νιώθει

Δεν είναι που ματώνει η ξεγνοιασιά
ούτε που φορές δεν ξημερώνει
στη χαρά σου που γρυλίζουν τα σκυλιά
και πετάνε πάνω σου τη σκόνη

Δεν είναι που δε βρίσκεις τη γιατρειά
σ’ όσα όμορφα σου ‘χουν στολίσει
ούτε που ο θάνατος σε μια σταλιά
ζωή, απειλεί να σ’ αφανίσει


Είναι που όπου και να σεργιανάς
την καρδιά σου δεν θα ‘βρεις ν’ αφήσεις
το μαχαίρι, θες δεν θες, θε να κρατάς
και στη σάρκα μέσα θα το μπήξεις…
Για να βρεις μια ανάσα λευτεριάς,
τη δική σου ή του άλλου την ψυχή,
θα σβήσεις…


04/03/2008

Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Soul

Ταξίδι στους ρυθμούς της soul
Σε έναν παράπονο σκοπό
Mama I feel nothing but whole
Και γέρνω στης μέρας το ζυγό

Μαύροι ήχοι με γυρίζουν
Χρυσαφιά σαξόφωνα
Φυσαρμόνικες σφυρίζουν
Σε παλιά μικρόφωνα
Θόλο φτιάχνουν και με κλείνουν
Αφρικής δυο κρόταλα
Μουσικές πονούν και πίνουν
Απ' τη μνήμη βότσαλα

Ρυθμοί κάποιου της jazz εργάτη
Το πόδι χτυπάς ενστικτωδώς
Λευκό μοιάζει του Taj παλάτι
Όνειρο, αυλαία, επωδός.


18/11/2005

Πετρωμένο

"Στις δώδεκα να έρθεις να με βρεις
Και να μην είναι μέρα..."
Κόκκινο στεφάνι
Μαύρη βέρα
Χίλιες οργιές κι εμείς στο παραπέρα

Χθες είδα την ψυχή μου να περνά
Το δρόμο φοβισμένα
Κοίταξε εμένα
Είδε σένα
Κι έτρεξε νάβρει απέναντι κανένα

Αυτό που λέμε πεπρωμένο
Για κάποιους είναι πετρωμένο
Που σαν γυαλίζει, μυρίζει
Όπως το χώμα μετά τη βροχή...


29/09/2005

Σκήπτρο χρυσό

Σήμερα, χθες, μήνες και χρόνια
Έρημο τώρα, Όστρια φυσά
Έλιωσαν ή όχι τα χιόνια
Έρημο τώρα, Όστρια φυσά

Φίδια φοράς, άσπρους ουραίους
Κοίτα κρατάς στα χέρια σκορπιούς
Σ' έλουσαν δες άμμο του κλέους
Κοίτα κρατάς στα χέρια σκορπιούς

Πέρα κοιτάς, πέρα αιώνες
"Έρημος άδεια, γης μου ξερή"
Χρύσωσες δες πέτρας πυλώνες
"Έρημος άδεια, γης μου ξερή"

"Στάσου" μου λες, "άρχοντας είμαι"
Κοίτα κρατάει σκήπτρο χρυσό
" Λίγο νερό, κάπου να κείμαι "
Θέ μου κρατάει σκήπτρο χρυσό...


10/09/05

Τ' όνειρο

Ροδόσταμο, γλυκόξινο
Στη σκέψη, η ματιά σου
Απόκαμα με τ' όνειρο,
Και βρέθηκα μακριά σου

Φωτιές φασμάτων,
Φανερώνουν
Φτερά τις φλέβες,
Φαρμακώνουν

Αφέντης, νοικοκύρης μου
Ο νους, που με κοιμίζει
Πλανεύτρα κι αγιαστήρι μου,
Ψυχή στο μετερίζι

Τελώ ταράσσει,
Τετμημένες
Τεπές τρενάρει,
Τεταγμένες

Ζαφείρι, κυανοπόρφυρο
Οικόσημο, κρυμμένο
Διαμάντι κόβει τ' όνειρο,
Ψηλά σ' εχώ βαλμένο

Τελώ φασμάτων,
Τεταγμένες
Φτερά ταράσσουν,
Φλέβες

Ροδόσταμο, γλυκόξινο
Στη σκέψη, η ματιά σου
Απόκαμα με τ' όνειρο,
Και βρέθηκα μακριά σου…

Βότσαλα

Δυο βότσαλα ζωής μη ούσης
Μου ψιθύρισαν το όνομά σου
Λόγια θύμισαν χλωμά σου
Αστραπές λευκές της κρούσης
Κρούσης...

Μισάνοιχτο θαρρείς κοχύλι
Το φεγγάρι μου βαμμένο ήσουν
Πόσα ήσουν που δεν ήσουν
Χρυσαφί, μαβί μου δείλι
Δείλι...

Γαλάζιο ολοσκότεινό μου
Το αφρόκυμα γυαλίζει νύχτα
Λάθη δίχτυα πάλι ρίχτα
Πετραδάκια βγαίνουν τρόμου
Τρόμου...

Δυο άστρα πορφυρά θαλάσσης
Την αρμύρα ανασαίνουν τήρα
Το λευκό μονάχα πήρα
Ν' αγναντεύω μαύρο σχάσης
Πάσης...


17/01/2006

Το παλάτι

Σ' ενός πελάγου, τα πολύχρωμα νερά,
κάπου στα βαθιά,
κάπου σκοτεινά.
Παλάτι φύκινο, υψώνεται ψηλό,
κάπου στο βυθό,
σ' όνειρο θολό.

Χαγιάτι όμορφο, αφρού και μαγικό,
μπόλικα σκαλιά,
μία κλειδωνιά.
Σαράντα αίθουσες, χρυσάφινες ψευτιές,
μέσα σε αυτές,
είκοσι πληγές.

Υπάρχει κι ένα σφραγισμένο μυστικό,
βρώμικο πικρό,
είν' αληθινό.
Πως έχει πήλινο, δωμάτιο κρυφό,
μέσα η ψυχή,
τ' όνειρου πηγή.

Μια νύχτα μ' έφερες, σ' αυτήν τη φυλακή,
μ' έκλεισες εκεί,
μ' άφησες εκεί.
Αφού με έντυσες, με πέπλα νοερά,
λόγια τρυφερά,
χάδια και φιλιά.

Σου είχα πει ψιθυριστά ερωτικά,
κάποτε παλιά,
μες απ' την καρδιά.
Πως δε μ' αρέσουν τα χρυσά, είναι φτηνά,
θέλω τον πηλό,
ό,τι ακριβό.

Δεν ήταν δύσκολο λοιπόν, το μυστικό,
βρέθηκε του νου,
και του παλατιού.
Κι ήπια νάμα, της πηγής, της καθαρής,
πίκρα της ψυχής,
όνειρου πληγής.

Διαλύω εύκολα, με μιας, θαλασσινά,
τέρατα φυγής,
πλάνες της ζωής.
Διαλέγω φως αληθινό, να σε κοιτώ,
φως από πηλό,
φως λυτρωτικό.

Ό,τι ακριβό,
φως να σ' αγαπώ!


19/12/2004

Ο ρόλος

Στις σκέψεις στο μυαλό μου
Στου λύχνου των ματιών μου
Ο ρόλος δεν μου ταίριαζε αυτός
Υφάντρας του ονείρου
Χαμένου της συζύγου
Ο ρόλος δεν μου ταίριαζε αυτός

Στημόνι δεν κρατούσα
Σαΐτα δεν πετούσα
Ο ρόλος δεν μου ταίριαζε αυτός
Γυναίκα αφημένη
Στην μοίρα της δεμένη
Ο ρόλος δεν μου ταίριαζε αυτός

Μα δες που είμαι τώρα
Να μην περνά η ώρα
Δικός μου ρόλος έγινε αυτός
Αγκίστρια να υφαίνω
Χωρίς να ξαποσταίνω
Δικός μου ρόλος έγινε αυτός

Και τώρα πλέκω μέρα
Φονιάδες με φλογέρα
Δικός μου ρόλος έγινε αυτός
Ν' αντέχω ως το βράδυ
Ξυπνάς μες στο σκοτάδι
Δικός μου ρόλος έγινε αυτός

Ελένη, Πηνελόπη
Με σκίζουνε με πόρπη
Ο ρόλος ποιος να μου ταιριάζει ποιος
Που φεύγω μα και μένω
Καρδιά τρελή πεθαίνω
Ο ρόλος ποιος να μου ταιριάζει ποιός...


24/11/2005

Το φυλαχτό

Στους αγαπημένους μου που έχω πληγώσει...

Το φυλαχτό που σου 'δωσα
Το χρυσοσμιλευμένο
Και με τ' άρωμά μου πότισα
Της έννοιας-αποσταγμένο
Δεν ήτανε για να κρατά
Τρεις σφαίρες ασημένιες
Απ' του ξορκισμού μου τα πυρά
Σ' εσένα απεσταλμένες

Το φυλαχτό που σου 'δωσα
Το χρυσοσμιλευμένο
Που με γαρδένιες νότισα
Κοντά μου να σε φέρνω
Ήταν για των ανθρώπων τη ματιά
Που δένει μαγικές καδένες
Και σου τραβούν τα λογικά
Χιλιάδες αλυσίδες μολυβένιες

Ιριδοστολισμένη

Ήτανε λέει μια φορά,
στα χρόνια τα παλιά,
μια μαγεμένη
Ιριδοστολισμένη.
Πάντα φορούσε γιορτινά
δυο μάτια φωτεινά,
να ομορφαίνει
και μ' όλα να πηγαίνει...

Είχε μου είπανε καλό
λευκό ανθεκτικό
σαν κορδελένια,
στο νήμα μεταξένια.
Έδιναν χρήματα πολλοί
ζητούσαν το πολύ,
καμία έγνοια:
Αρκούν τα «χρυσαφένια»!

Κάθε που φόραγαν στολή
την βρίζαν οι πολλοί
γιατί ξεφτούσε,
τα χρώματα χαλνούσε.
Έλεγαν «άχρηστα λεφτά»
πως θέλαν πιο πολλά...
Κι αυτή γελούσε,
τα ξέφτια της ανθούσε.

Μέχρι που βρέθηκε παιδί
μ' αγνή-λευκή ψυχή.
Κορδέλα παίρνει,
Ιριδοστολισμένη.
«Μάνα μου κράτησε κλειστές
στα χέρια τις κλωστές»
αμέσως ψέλνει
«μετάξι μου...», τη δένει...

Λύθηκαν μάγια και μαγιά
φουσκώνει την καρδιά,
ματιά καδένα
ψυχή μαλαματένια...
Κέρδισε ύλη φωτεινή
κοιτώντας την ψυχή
με μία έγνοια:
Κρατά τη Μεταξένια..


23/01/2006