Παρασκευή 1 Απριλίου 2011

Ιριδοστολισμένη

Ήτανε λέει μια φορά,
στα χρόνια τα παλιά,
μια μαγεμένη
Ιριδοστολισμένη.
Πάντα φορούσε γιορτινά
δυο μάτια φωτεινά,
να ομορφαίνει
και μ' όλα να πηγαίνει...

Είχε μου είπανε καλό
λευκό ανθεκτικό
σαν κορδελένια,
στο νήμα μεταξένια.
Έδιναν χρήματα πολλοί
ζητούσαν το πολύ,
καμία έγνοια:
Αρκούν τα «χρυσαφένια»!

Κάθε που φόραγαν στολή
την βρίζαν οι πολλοί
γιατί ξεφτούσε,
τα χρώματα χαλνούσε.
Έλεγαν «άχρηστα λεφτά»
πως θέλαν πιο πολλά...
Κι αυτή γελούσε,
τα ξέφτια της ανθούσε.

Μέχρι που βρέθηκε παιδί
μ' αγνή-λευκή ψυχή.
Κορδέλα παίρνει,
Ιριδοστολισμένη.
«Μάνα μου κράτησε κλειστές
στα χέρια τις κλωστές»
αμέσως ψέλνει
«μετάξι μου...», τη δένει...

Λύθηκαν μάγια και μαγιά
φουσκώνει την καρδιά,
ματιά καδένα
ψυχή μαλαματένια...
Κέρδισε ύλη φωτεινή
κοιτώντας την ψυχή
με μία έγνοια:
Κρατά τη Μεταξένια..


23/01/2006

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου